Ακόμα και σε προϊόντα που δεν έχουμε πρόβλημα αυτάρκειας, συχνά καταναλώνουμε εισαγόμενα. Οι αγρότες κατηγορούν τους μεσάζοντες για «ελληνοποιήσεις» τροφίμων και τεχνητές ελλείψεις στην αγορά. Μεγάλες ποσότητες ελληνικής παραγωγής κινδυνεύουν να μείνουν στις αποθήκες και τις περισσότερες φορές δεν γνωρίζουμε την προέλευση του φαγητού μας.
Το «κίνημα της πατάτας» στην Κατερίνη που εξαπλώθηκε σε όλη την Ελλάδα, δεν ήταν μόνο προσπάθεια καταπολέμησης της αισχροκέρδειας. Για τους παραγωγούς ήταν ίσως η μοναδική διέξοδος για να σώσουν τους κόπους μιας σοδειάς. Περίπου 50.000 τόνοι πατάτας, σοδειά του περασμένου Αυγούστου, θα σάπιζαν στις αποθήκες του Νευροκοπίου καθώς οι αγρότες δεν δέχονταν τη χαμηλή τιμή που τους έδιναν οι έμποροι: 0,10 ευρώ το κιλό. Ακόμα και αν αυτή η ποσότητα δεν έφτανε στο τραπέζι των Ελλήνων, δεν θα υπήρχε πρόβλημα επάρκειας. Η ελληνική παραγωγή πατάτας καλύπτει τις ανάγκες μας σχεδόν κατά 90%.
Οι παραγωγοί όμως κάνουν λόγο για αθρόες εισαγωγές πατάτας από τρίτες χώρες και έτσι μένουν συχνά αδιάθετες μεγάλες ποσότητες της ελληνικής παραγωγής. Περίπου 150.000 τόνους πατάτας βγάζουν ετησίως οι 500 παραγωγοί, μέλη του Συλλόγου Πατατοπαραγωγών Ηλείας. Οπως λέει ο πρόεδρος του Συλλόγου Ανδρέας Τσουκαλάς, το θέμα των εισαγωγών είναι χρόνιο πρόβλημα. «Φέρνουν πατάτες από χώρες όπως η Αίγυπτος αλλά και η Συρία και τις ελληνοποιούν. Τις βάζουν μέσα στο κόκκινο χώμα, παίρνουν το χρώμα και τις ανακατεύουν με τις ελληνικές. Προμηθεύονται πολύ φθηνά τις ξένες και τις πωλούν στην τιμή των ελληνικών. Τη διαφορά τη βάζουν στην τσέπη τους. Οι μεγαλοεισαγωγείς και οι ενδιάμεσοι έχουν φτάσει... τον Νείλο στην Ηλεία». Δεν είναι λίγες οι φορές, προσθέτει, που οι μεσάζοντες δημιουργούν τεχνητές ελλείψεις σε ελληνικά προϊόντα στην αγορά, «προωθώντας τις ελληνοποιημένες πατάτες. Τους συμφέρει να είναι υψηλή η τιμή στα δικά μας προϊόντα για να έχουν πολύ μεγάλο κέρδος».
Οι πατάτες δεν είναι το μόνο προϊόν, στο οποίο παράγουμε σχεδόν όση ποσότητα μπορούμε να καταναλώσουμε. Ούτε όμως το μοναδικό που παραμένει σε αποθήκες και αντικαθίσταται στα ράφια από εισαγόμενα τρόφιμα. Πρόσφατη έρευνα της ΠΑΣΕΓΕΣ δείχνει ότι το ποσοστό αυτάρκειας της Ελλάδας σε βασικά αγροτικά προϊόντα (φυτικής και ζωικής παραγωγής) φτάνει για το 2010 κατά μέσο όρο το 94%. Το ποσοστό διαμορφώνεται τόσο υψηλά από τη μεγάλη εγχώρια παραγωγή σειράς προϊόντων που υπερκαλύπτουν τις ανάγκες των ελληνικών νοικοκυριών, όπως συμβαίνει με τις βρώσιμες ελιές, τις επιτραπέζιες σταφίδες, τα ακτινίδια, τα σταφύλια, το ρύζι και τα πορτοκάλια.
Ντομάτες. Ενδεικτικά, στις νωπές ντομάτες παράγουμε 700.000 τόνους ικανοποιώντας κατά 98% την καταναλωτική ζήτηση. «Αποδεικνύεται πως δεν υφίστανται οι ισχυρισμοί ότι δεν είμαστε παραγωγική χώρα», λέει ο Γιάννης Τσιφόρος, γενικός διευθυντής της ΠΑΣΕΓΕΣ.
Ακόμα και αν η παραγωγή μας σε ντομάτες κρίνεται αρκετή συνεχίζουμε να εισάγουμε μεγάλες ποσότητες από την Τουρκία, το Βέλγιο και φέτος από την ΠΓΔΜ και την Αλβανία. «Η εισαγωγή λειτουργεί ως μοχλός πίεσης από τους εισαγωγείς και τους μεσάζοντες προς τον έλληνα παραγωγό να ρίξει την τιμή», λέει ο Μανώλης Δαράκης, πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Κουντούρας στα Χανιά, που παράγει 3.500 τόνους ντομάτας τον χρόνο.
Λεμόνια. Στα λεμόνια, η ελληνική παραγωγή φτάνει τους 130.000 τόνους, αλλά οι παραγωγοί καταγγέλλουν πως μεγάλες ποσότητες μένουν πολλές φορές αδιάθετες αφού εισάγουμε κυρίως από την Αργεντινή, την Τουρκία και την Ιταλία. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, το 2010 η χώρα μας εισήγαγε λεμόνια συνολικής αξίας μεγαλύτερης των 24 εκατ. ευρώ. Μέχρι σήμερα τα 1.300 μέλη του Αγροτικού Συνεταιρισμού Εσπεριδοειδών Σκάλας Λακωνίας παράγουν 1.500 τόνους λεμονιού ετησίως - το βασικό προϊόν τους είναι το πορτοκάλι βαλέντσια.
Οπως τονίζει ο πρόεδρος του συνεταιρισμού Στυλιανός Σαρρής, ήδη πολλοί από τους παραγωγούς κάνουν δυναμική στροφή σε πιο εντατική καλλιέργεια λεμονιού. Ο ίδιος θα βάλει 1.000 λεμονιές σε περίπου 20 στρέμματα. «Σκοπός αυτής της καλλιεργητικής αναδιάρθρωσης είναι να σταματήσουμε τη μεγάλη εισαγωγή αμφίβολης ποιότητας προϊόντων από τρίτες χώρες»,