Συνεχίζονται οι πιέσεις στην τιμή του προϊόντος – Συνεδριάζει σήμερα το Δ.Σ. της ΕΑΣ Τρικάλων
Η πολιτική της ΕΑΣ Τρικάλων για το βαμβάκι αναμένεται να τεθεί στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της σημερινής συνεδρίασης του
Διοικητικού Συμβουλίου.
Οι εκτιμήσεις για την πορεία του βαμβακιού, λόγω της ύφεσης και της αναστάτωσης στις αγορές δεν είναι ενθαρρυντικές για τις εκκοκκιστικές επιχειρήσεις. Η ζήτηση είναι από ανύπαρκτη μέχρι μικρή και οι τιμές αγοράς εκκοκκισμένου βαμβακιού ακολουθούν την κατιούσα.
Στο μεταξύ και τα μηνύματα από τις διεθνείς αγορές και την παγκόσμια παραγωγή βάμβακος είναι επίσης, αποθαρρυντικά.
Ειδικότερα, κλείσιμο της ψαλίδας μεταξύ της κατανάλωσης και της παραγωγής την περίοδο 2011/2012, προβλέπει το Υπουργείο Γεωργίας των Η.Π.Α. (USDA). Η διαφορά τους πλέον μειώνεται στους 648.000 τόνους (κάτι που παρατηρείται για πρώτη φορά από την περίοδο 2004/2005). Η κατανάλωση αναμένεται να παραμείνει σταθερή λόγω της έντονης ανησυχίας που επικρατεί σε ολόκληρο τον κόσμο για την κρίση στην ευρωζώνη. Από την άλλη πλευρά, οι υψηλές τιμές της περσινής περιόδου, ενθάρρυναν τους παραγωγούς να σπείρουν μεγαλύτερες εκτάσεις με βαμβάκι με συνέπεια την αυξημένη παραγωγή (περίπου κατά 11%) σε σχέση με πέρσι. Η αλληλεπίδραση των δύο αυτών παραγόντων (κατανάλωση - παραγωγή) προβλέπεται να φέρει μια πίεση των διεθνών τιμών βάμβακος και να εντείνει τον ανταγωνισμό των εξαγωγών.
Στο μεταξύ, να συμπεριληφθεί στο "πρασίνισμα" της ΚΑΠ το μέτρο της ολοκληρωμένης διαχείρισης βάμβακος για τη χώρα μας, καθώς το 56% των εκτάσεων στην Ελλάδα είναι ενταγμένο στο συγκεκριμένο σύστημα ζήτησε αντιπροσωπεία της ΠΑΣΕΓΕΣ, που έλαβε μέρος σε δυο συσκέψεις στις Βρυξέλλες, την περασμένη Δευτέρα. Η ΠΑΣΕΓΕΣ τάχθηκε κατά οποιασδήποτε μείωσης των ενισχύσεων που πρόκειται να λάβουν οι αγρότες. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της αντιπροσωπείας της ΠΑΣΕΓΕΣ, η επιλέξιμη έκταση με βαμβάκι για την περίοδο 2011-2012 θα αγγίξει τα 2.800.000 στρέμματα, ενώ η παραγωγή σύσπορου προϊόντος θα κυμανθεί μεταξύ 800 και 850.000 τόνων. Οι Ισπανοί από την πλευρά τους εκτίμησαν ότι τη νέα περίοδο θα καλλιεργήσουν στη χώρα τους περί τα 665.000 στρέμματα, με την παραγωγή να ανέρχεται στα επίπεδα των 180.000 τόνων.