Με ενιαίο σήμα για ένα ισχυρό «brand name» θα διαφημίζονται τα παραδοσιακά προϊόντα της Κρήτης, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, γεγονός που επιβάλλεται να αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση και για τη Θεσσαλία.
Στην ανακοίνωση αυτή, προέβη ο περιφερειάρχης Κρήτης κ. Σταύρος Αρναουτάκης κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης, της επιτροπής του «κρητικού συμφώνου ποιότητας» της περιφέρειας. Το σύμφωνο στοχεύει στη διάσωση, προβολή και διάδοση του προτύπου της κρητικής διατροφής αλλά και στην πιστοποίηση χώρων εστίασης που προσφέρουν παραδοσιακή κουζίνα.
«Πρέπει να κατανοήσουν όλοι την ανάγκη υιοθέτησης ενός και μοναδικού σήματος για τη διαφήμιση και προβολή της κρητικής διατροφής στην εσωτερική και κυρίως στη διεθνή αγορά. Πολιτική μας βούληση είναι να ενώσουμε όλα τα σήματα σε ένα και όχι να υπάρχει διασπορά δυνάμεων», τόνισε ο περιφερειάρχης Κρήτης.
Οι φορείς που συμμετείχαν στη συνεδρίαση, συμφώνησαν στην ύπαρξη ενός σήματος, ενός ονόματος, με το οποίο θα βγαίνει η Κρήτη στις ελληνικές και ξένες αγορές.
«Μόνο έτσι όλοι μαζί, με ένα σήμα μπορούμε να πετύχουμε», είπε η διευθύντρια της επιτροπής του «κρητικού συμφώνου ποιότητας», Ζωή Νόβακ και συμπλήρωσε ότι ήδη έχουν πιστοποιηθεί με το όνομα 10 εστιατόρια στο νησί, ενώ εκκρεμεί μεγάλος αριθμός αιτήσεων.
Η Κρήτη και η Θεσσαλία…
Οι Κρητικοί αποφάσισαν να «κεφαλαιοποιήσουν» το συγκριτικό πλεονέκτημα στα τοπικά προϊόντα και στη λεγόμενη «κρητική διατροφή» εντάσσοντάς το, στις αναπτυξιακές πρωτοβουλίες που αναλαμβάνονται σε επίπεδο Περιφέρειας.
Με τη συγκεκριμένη δράση αναμένεται να συμβάλει στην ενίσχυση της θέσης των κρητικών προϊόντων στην ελληνική, αλλά και στην παγκόσμια αγορά με πολλαπλά οφέλη για τους παραγωγούς, τους επαγγελματίες και γενικότερα την τοπική οικονομία.
Η συγκεκριμένη πρωτοβουλία, προσαρμοσμένη στα τοπικά δεμένα και ιδιαιτερότητες μπορεί να αξιοποιηθεί και σε επίπεδο Θεσσαλίας μιας και το κυριότερο έλλειμμα των τοπικών προϊόντων είναι η έλλειψη πιστοποίησης ή αλλιώς, η απουσία ενός ισχυρού θεσσαλικού «brand name» που θα επιτρέψει να βρουν τη θέση που τους ανήκει στις αγορές. Κι αυτό γιατί, είναι κοινή διαπίστωση ότι σε επίπεδο Νομού και Θεσσαλίας γενικότερα, παράγονται εύγεστα, ποιοτικά προϊόντα τα οποία ωστόσο, δεν έχουν τη θέση που τους αξίζει στις αγορές του εσωτερικού και κυρίως του εξωτερικού, λόγω ακριβώς της έλλειψης (μεταξύ άλλων) ενός ισχυρού «brand name» που θα διευκόλυνε την πρόσβασή τους σ’ αυτές τις αγορές.
Του Λάζαρου Μάμαλη
Στην ανακοίνωση αυτή, προέβη ο περιφερειάρχης Κρήτης κ. Σταύρος Αρναουτάκης κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης, της επιτροπής του «κρητικού συμφώνου ποιότητας» της περιφέρειας. Το σύμφωνο στοχεύει στη διάσωση, προβολή και διάδοση του προτύπου της κρητικής διατροφής αλλά και στην πιστοποίηση χώρων εστίασης που προσφέρουν παραδοσιακή κουζίνα.
«Πρέπει να κατανοήσουν όλοι την ανάγκη υιοθέτησης ενός και μοναδικού σήματος για τη διαφήμιση και προβολή της κρητικής διατροφής στην εσωτερική και κυρίως στη διεθνή αγορά. Πολιτική μας βούληση είναι να ενώσουμε όλα τα σήματα σε ένα και όχι να υπάρχει διασπορά δυνάμεων», τόνισε ο περιφερειάρχης Κρήτης.
Οι φορείς που συμμετείχαν στη συνεδρίαση, συμφώνησαν στην ύπαρξη ενός σήματος, ενός ονόματος, με το οποίο θα βγαίνει η Κρήτη στις ελληνικές και ξένες αγορές.
«Μόνο έτσι όλοι μαζί, με ένα σήμα μπορούμε να πετύχουμε», είπε η διευθύντρια της επιτροπής του «κρητικού συμφώνου ποιότητας», Ζωή Νόβακ και συμπλήρωσε ότι ήδη έχουν πιστοποιηθεί με το όνομα 10 εστιατόρια στο νησί, ενώ εκκρεμεί μεγάλος αριθμός αιτήσεων.
Η Κρήτη και η Θεσσαλία…
Οι Κρητικοί αποφάσισαν να «κεφαλαιοποιήσουν» το συγκριτικό πλεονέκτημα στα τοπικά προϊόντα και στη λεγόμενη «κρητική διατροφή» εντάσσοντάς το, στις αναπτυξιακές πρωτοβουλίες που αναλαμβάνονται σε επίπεδο Περιφέρειας.
Με τη συγκεκριμένη δράση αναμένεται να συμβάλει στην ενίσχυση της θέσης των κρητικών προϊόντων στην ελληνική, αλλά και στην παγκόσμια αγορά με πολλαπλά οφέλη για τους παραγωγούς, τους επαγγελματίες και γενικότερα την τοπική οικονομία.
Η συγκεκριμένη πρωτοβουλία, προσαρμοσμένη στα τοπικά δεμένα και ιδιαιτερότητες μπορεί να αξιοποιηθεί και σε επίπεδο Θεσσαλίας μιας και το κυριότερο έλλειμμα των τοπικών προϊόντων είναι η έλλειψη πιστοποίησης ή αλλιώς, η απουσία ενός ισχυρού θεσσαλικού «brand name» που θα επιτρέψει να βρουν τη θέση που τους ανήκει στις αγορές. Κι αυτό γιατί, είναι κοινή διαπίστωση ότι σε επίπεδο Νομού και Θεσσαλίας γενικότερα, παράγονται εύγεστα, ποιοτικά προϊόντα τα οποία ωστόσο, δεν έχουν τη θέση που τους αξίζει στις αγορές του εσωτερικού και κυρίως του εξωτερικού, λόγω ακριβώς της έλλειψης (μεταξύ άλλων) ενός ισχυρού «brand name» που θα διευκόλυνε την πρόσβασή τους σ’ αυτές τις αγορές.
Του Λάζαρου Μάμαλη